rangement
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
rangement | rangements |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαrangement (fr) αρσενικό
- η τακτοποίηση
- το συγύρισμα
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ranger
ενικός | πληθυντικός |
rangement | rangements |
rangement (fr) αρσενικό