Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
réforme
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
réforme
<
réformer
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
réforme
réformes
réforme
(fr)
θηλυκό
η
μεταρρύθμιση
η
απόταξη
Συγγενικά
επεξεργασία
réformable
réformateur
-
réformatrice
réformation
réformé
-
réformée
réformer
réformette
réformisme
réformiste