Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
quite a
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Έκφραση
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
quite a
< →
δείτε
τις λέξεις
quite
και
a
Έκφραση
επεξεργασία
quite a
(en)
(
ιδιωματισμός
)
κάμποσος
,
αρκετός
⮡
We still have
quite a
ways to go.
Έχουμε
κάμποσο
δρόμο ακόμα.
Πηγές
επεξεργασία
quite (idioms): quite a/the something
-
Oxford Learner's Dictionaries