Δείτε επίσης: Quark

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /kwɔːk/ και /kwɑːk/ (ΗΒ)
ΔΦΑ : /kwɔɻk/ και /kwɑɻk/ (ΗΠΑ)

  Ετυμολογία 1Επεξεργασία

quark < Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1963 από τον Murray Gell-Mann που ανακάλυψε αυτά τα στοιχειώδη σωματίδια. Η λογοτεχνική σύνδεση με το έργο τού James Joyce Finnegans Wake έγινε αργότερα.

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

quark (en)

  • κουάρκ, στοιχειώδες σωματίδιο
    ※  1993: Gell-Mann won the linguistic battle once again: his choice, a croaking nonsense word, was "quark". (After the fact, he was able to tack on a literary antecedent when he found the phrase "Three quarks for Muster Mark" in Finnegans Wake, but the physicists quark was pronounced from the beginning to rhyme with "cork".)James Gleick, Genius: Richard Feynman and Modern Physics
    λείπει η μετάφραση

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία

  Ετυμολογία 2Επεξεργασία

quark < γερμανική Quark < μέση γερμανική quarc

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

quark (en)

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία



Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

quark < (λόγιο δάνειο) αγγλική quark

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /kwaʁk/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
quark quarks

quark (fr) αρσενικό

ΑντώνυμαΕπεξεργασία



Ιταλικά (it)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

quark < (λόγιο δάνειο) αγγλική quark

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

quark (it)

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία