psychiatry
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /saɪˈkaɪ.əˌtɹi/
Ετυμολογία
επεξεργασία- psychiatry < γαλλική psychiatrie < λόγια λατινική psychiatria
Ουσιαστικό
επεξεργασίαpsychiatry (en)
Τσεχικά (cs)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /psɪxɪʲatrɪ/
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαpsychiatry (cs)
- πληθυντικός αριθμός του psychiatr, τους ψυχιάτρους