Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Πρόθεση επεξεργασία

przy (pl)

  1. (τοποθεσία) κοντά, δίπλα
  2. (χρονικά) με, επί
    zrobię to przy okazji - θα το κάνω επί τη ευκαιρία

  Πρόθημα επεξεργασία

przy (pl)

  1. δείχνει επίτευξη της ενέργειας