promu
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- promu < promouvoir
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | promu | promus |
θηλυκό | promue | promues |
promu (fr)
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη promotion
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | promu | promus |
θηλυκό | promue | promues |
promu (fr)