Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

profesi- < αγγλική profession, γαλλική profession

  Ρίζα επεξεργασία

profesi- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: επάγγελμα

Παράγωγα επεξεργασία