primary school
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
primary school | primary schools |
Ετυμολογία
επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
primary school (en)
- (βρετανικά αγγλικά) το δημοτικό
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη elementary school