ενικός         πληθυντικός  
pourboire pourboires

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /puʁ.bwaʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

pourboire (fr) αρσενικό → δείτε τις λέξεις pour και boire

Δείτε επίσης

επεξεργασία