potluck
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
potluck | potlucks |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαpotluck (en)
- γεύμα-δείπνο ή πικ νικ (πολλών ατόμων) που ο καθένας συμβάλει με κάποιο πιάτο, γεύμα αμοιβαίας συνεισφοράς (σε τροφές) συμμετεχόντων
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΕκφράσεις
επεξεργασία- take pot luck: επιλέγω στην τύχη