Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
porte-avions
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
porte-avions
<
porter
+
avion
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
porte-avions
porte-avions
porte-avions
(fr)
αρσενικό
άκλιτο
το
αεροπλανοφόρο