polygonal
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | polygonal | polygonaux |
θηλυκό | polygonale | polygonales |
Επίθετο
επεξεργασίαpolygonal (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | polygonal | polygonaux |
θηλυκό | polygonale | polygonales |
polygonal (fr)