Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

pied-noir < pied + noir

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pje.nwaʁ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ενικός πληθυντικός
pied-noir pieds-noirs

pied-noir (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Επίθετο επεξεργασία

ενικός πληθυντικός
pied-noir pieds-noirs

pied-noir (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  • σχετικός με τους Γάλλους της Αλγερίας

Σημειώσεις επεξεργασία

Η γραφή, στο θηλυκό, pied-noire, pied-noires, συναντώνται επίσης, αλλά σπάνια.