perclus
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | perclus | perclus |
θηλυκό | percluse | percluses |
perclus (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | perclus | perclus |
θηλυκό | percluse | percluses |
perclus (fr)