Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
patrie patries

patrie (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

patrie (ro) θηλυκό