Ουσιαστικό

επεξεργασία

pastel (en)

  • το παστέλ (η μπογιά, το ζωγραφικό έργο)



      ενικός         πληθυντικός  
pastel pastels

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

pastel (fr) αρσενικό

  • το παστέλ (η μπογιά, το ζωγραφικό έργο)



ενικός πληθυντικός
pastel pasteles

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

pastel (es)