Ετυμολογία

επεξεργασία
pagina < λατινική pagina

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
pagina pagine

pagina (it)



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

pagina (la)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

pagina (nl) θηλυκό