péninsule
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
péninsule | péninsules |
Ετυμολογία
επεξεργασία- péninsule < λατινική paeninsula
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pe.nɛ̃.syl/
- ⓘ
Ουσιαστικό
επεξεργασίαpéninsule (fr)
- (γεωγραφία) η χερσόνησος
- C’est un roc ! c’est un pic ! c’est un cap ! Que dis-je, c’est un cap ? ... C’est une péninsule ! (Edmond Rostand Cyrano de Bergerac acte 1, scène IV)