Ετυμολογία

επεξεργασία
oyuncu < oyun + -cu

Ουσιαστικό

επεξεργασία

oyuncu

  1. ο παίκτης, η παίκτρια
    Bu oyun iki oyuncuyla oynanıyor. - Αυτό το παιχνίδι παίζεται με δύο παίκτες.
  2. ο θεατρίνος
  3. ηθοποιός
     συνώνυμα: aktör, aktris

Συγγενικά

επεξεργασία