overseas
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαoverseas (en) (χωρίς παραθετικά)
- υπερπόντιος, που βρίσκεται στο εξωτερικό
- ⮡ overseas settlements - υπερπόντιες αποικίες
Επίρρημα
επεξεργασίαoverseas (en) (χωρίς παραθετικά)
- στο εξωτερικό