Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
oral exam oral exams

  Ετυμολογία επεξεργασία

oral exam < → δείτε τις λέξεις oral και exam

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

oral exam (en)