oppressif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | oppressif | oppressifs |
θηλυκό | oppressive | oppressives |
Επίθετο
επεξεργασίαoppressif (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | oppressif | oppressifs |
θηλυκό | oppressive | oppressives |
oppressif (fr) αρσενικό