Ετυμολογία

επεξεργασία
on the verge of < → δείτε τις λέξεις on, the, verge και of

  Έκφραση

επεξεργασία

on the verge of (en)

  • (ιδιωματισμός) έτοιμος, πολύ κοντά στη στιγμή που κάποιος κάνει κάτι ή κάτι συμβαίνει
    ⮡  She was on the verge of bursting into tears.
    Ήταν έτοιμη να ξεσπάσει σε κλάματα.