on the verge of
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαon the verge of (en)
- (ιδιωματισμός) έτοιμος, πολύ κοντά στη στιγμή που κάποιος κάνει κάτι ή κάτι συμβαίνει
- ⮡ She was on the verge of bursting into tears.
- Ήταν έτοιμη να ξεσπάσει σε κλάματα.
- ⮡ She was on the verge of bursting into tears.
Πηγές
επεξεργασία- verge (idioms): on/to the verge of something/of doing something - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 340. ISBN 9780194325684., λήμμα: έτοιμος