Ετυμολογία

επεξεργασία
→ δείτε τις λέξεις on και offer

  Έκφραση

επεξεργασία

on offer (en)

  1. σε προσφορά, σε τιμή έκπτωσης
  2. προς πώληση
  3. διαθέσιμος