ενικός         πληθυντικός  
olandese olandesi

  Επίθετο

επεξεργασία

olandese (it)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

olandese (it)

  1. (εθνικό όνομα) Ολλανδός
  2. (γλώσσα) ολλανδικά