• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ολλανδικός

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική ολλανδικός ολλανδική ολλανδικό
γενική ολλανδικού ολλανδικής ολλανδικού
αιτιατική ολλανδικό ολλανδική ολλανδικό
κλητική ολλανδικέ ολλανδική ολλανδικό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική ολλανδικοί ολλανδικές ολλανδικά
γενική ολλανδικών ολλανδικών ολλανδικών
αιτιατική ολλανδικούς ολλανδικές ολλανδικά
κλητική ολλανδικοί ολλανδικές ολλανδικά


  Ετυμολογία Επεξεργασία

ολλανδικός < → λείπει η ετυμολογία

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

ολλανδικός

  • σχετικός με την Ολλανδία ή τους Ολλανδούς
η ολλανδική οικονομία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ολλανδικός
  • αγγλικά : Dutch (en)
  • γαλλικά : hollandais (fr), néerlandais (fr)
  • φινλανδικά : hollantilainen (fi)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ολλανδικός&oldid=3996950"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Αυγούστου 2018, στις 01:37

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Αυγούστου 2018, στις 01:37.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie