ενικός πληθυντικός
nube nubes

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

nube (es) θηλυκό


  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
nube nubi

nube (it) θηλυκό

  1. το σύννεφο
  2. (μεταφορικά) η σκιά