nouveau-né
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | nouveau-né | nouveau-nés |
θηλυκό | nouveau-née | nouveau-nées |
nouveau-né (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
nouveau-né | nouveau-nés |
nouveau-né (fr) αρσενικό
- το νεογέννητο