Δείτε επίσης: Nord

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /nɔʁ/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
nord nords

nord (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

nord (it)

  1. ο βορράς