multilatéral
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | multilatéral | multilatéraux |
θηλυκό | multilatérale | multilatérales |
multilatéral (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | multilatéral | multilatéraux |
θηλυκό | multilatérale | multilatérales |
multilatéral (fr)