moyenâgeux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- moyenâgeux < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moyenâgeux | moyenâgeux |
θηλυκό | moyenâgeuse | moyenâgeuses |
moyenâgeux (fr)