misconstrual
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
misconstrual | misconstruals |
Ετυμολογία
επεξεργασία- misconstrual < misconstrue + -al
Ουσιαστικό
επεξεργασίαmisconstrual (en)
Πηγές
επεξεργασία- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 668. ISBN 9780194325684., λήμμα: παρερμηνεία