membraneux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | membraneux | membraneux |
θηλυκό | membraneuse | membraneuses |
Επίθετο
επεξεργασίαmembraneux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | membraneux | membraneux |
θηλυκό | membraneuse | membraneuses |
membraneux (fr)