ενικός         πληθυντικός  
member field member fields

  Ετυμολογία

επεξεργασία
member field < → δείτε τις λέξεις member και field

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

member field (en)

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία