Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας major in
γ΄ ενικό ενεστώτα majors in
αόριστος majored in
παθητική μετοχή majored in
ενεργητική μετοχή majoring in

  Ετυμολογία επεξεργασία

major in < → δείτε τις λέξεις major και in

  Ρήμα επεξεργασία

major in (en)

  Πηγές επεξεργασία