Ετυμολογία

επεξεργασία

madame < ma dame, "(η) κυρία μου"

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ma.dam/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
madame mesdames

madame (fr) θηλυκό