macédonien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | macédonien | macédoniens |
θηλυκό | macédonienne | macédoniennes |
macédonien (fr)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαmacédonien (fr)
- (γλώσσα) τα σλαβομακεδονικά