longitude
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
longitude | longitudes |
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈlɑnd͡ʒəˌtud/ (ΗΠΑ), /ˈlɒnd͡ʒɪtjuːd/ (ΗΒ)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαlongitude (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
longitude | longitudes |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαlongitude (fr) θηλυκό