Ετυμολογία

επεξεργασία
lieu de pèlerinage → δείτε τις λέξεις lieu και pèlerinage

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
lieu de pèlerinage lieux de pèlerinage

lieu de pèlerinage (fr) αρσενικό