Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
left-hander left-handers

  Ετυμολογία επεξεργασία

left-hander < left + hander

  Ουσιαστικό επεξεργασία

left-hander (en)

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη handedness

  Πηγές επεξεργασία