laudatif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | laudatif | laudatifs |
θηλυκό | laudative | laudatives |
Επίθετο
επεξεργασίαlaudatif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | laudatif | laudatifs |
θηλυκό | laudative | laudatives |
laudatif (fr)