ks
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαks
- (διαδικτυακή αργκό) (βιντεοπαιχνίδια) κλοπή σκοτώματος. Διαμαρτυρία, όταν το τελικό χτύπημα αντιπάλου το έχει επιφέρει άλλος συμπαίκτης από αυτόν που το δικαιούται.
Δείτε επίσης
επεξεργασία- kill_steal στο αγγλικό Βικιλεξικό