Ουσιαστικό

επεξεργασία

kardeş (tr)

  1. το αδέλφι, αμφιθαλής αδελφός ή αδελφή
  2. το αδέλφι (αδιακρίτως φύλου)

Συγγενικά

επεξεργασία

Παράγωγα

επεξεργασία

Αλλόγλωσσα παράγωγα

επεξεργασία