jot down
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | jot down |
γ΄ ενικό ενεστώτα | jots down |
αόριστος | jotted down |
παθητική μετοχή | jotted down |
ενεργητική μετοχή | jotting down |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαjot down (en)
- ρίχνω, γράφω κάτι γρήγορα
- ⮡ I have been jotting some thoughts down on the paper.
- Ρίχνω μερικές σκέψεις στο χαρτί.
- ⮡ I have been jotting some thoughts down on the paper.
Πηγές
επεξεργασία- jot down - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 770-771. ISBN 9780194325684., λήμμα: ρίχνω