Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

jaguar (en)

  1. (θηλαστικό ζώο) o ιαγουάρος
  2. ακριβό και πολύ γρήγορο αυτοκίνητο



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

jaguar < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
jaguar jaguars

jaguar (fr) αρσενικό



Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

jaguar (tr)

Κλίση επεξεργασία