islandais
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
Προφορά Επεξεργασία
Επίθετο Επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | islandais | islandais |
θηλυκό | islandaise | islandaises |
islandais (fr)
Ουσιαστικό Επεξεργασία
islandais (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | islandais | islandais |
θηλυκό | islandaise | islandaises |
islandais (fr)
islandais (fr)