Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
inventiveness
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
inventiveness
<
inventive
+
-ness
Ουσιαστικό
επεξεργασία
inventiveness
(en)
(
μη
μετρήσιμο
)
η
εφευρετικότητα
⮡
the
inventiveness
of the mind
- η
εφευρετικότητά
του νου
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
ingenuity
Πηγές
επεξεργασία
inventiveness
-
Oxford Learner's Dictionaries