introverti
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɛ̃.tʁɔ.vɛʁ.ti/
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | introverti | introvertis |
θηλυκό | introvertie | introverties |
introverti (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | introverti | introvertis |
θηλυκό | introvertie | introverties |
introverti (fr) αρσενικό