interosseux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | interosseux | interosseux |
θηλυκό | interosseuse | interosseuses |
Επίθετο
επεξεργασίαinterosseux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | interosseux | interosseux |
θηλυκό | interosseuse | interosseuses |
interosseux (fr)